hilt

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

hilt (en)

  • λαβή εγχειριδίου-σπαθιού-ξίφους