immoralism
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɪˈmɒɹəlɪsm/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]immoralism (en)
- (φιλοσοφία) ο αηθικισμός, η φιλοσοφική άρνηση η διάψευση των βασικών ηθικών αρχών