impressionnisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ̃.pʁɛ.sjɔ.nism/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
impressionnisme impressionnismes

impressionnisme (fr) αρσενικό