incitation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
incitation | incitations |
incitation (fr) θηλυκό
- η παρότρυνση, η προτροπή, η παρακίνηση, η υποκίνηση