komenciĝo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | komenciĝo | komenciĝoj |
αιτιατική | komenciĝon | komenciĝojn |
komenciĝo (eo)
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- komencigho στο H-sistemo
- komencigxo στο X-sistemo