lithuanien

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

lithuanien (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

lithuanien (fr) αρσενικό, μόνο στον ενικό