on the side
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]- (ιδιωματισμός) στην άκρη, επιπλέον
- ↪ He has some money on the side.
- Έχει κάποια χρήματα στην άκρη.
- ↪ He has some money on the side.