parlement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /paʁ.lə.mɑ̃/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
parlement | parlements |
parlement (fr) αρσενικό
- το κοινοβούλιο, η βουλή
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Στη Γαλλία, η λέξη parlement περιλαμβάνει την Assemblée Nationale και το Sénat.