parmesan

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

parmesan (en)



Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /paʁ.mə.zɑ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
parmesan parmesans

parmesan (fr) αρσενικό