porter atteinte

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
porter atteinte → δείτε τις λέξεις porter και atteinte

Ρηματική έκφραση

[επεξεργασία]

porter atteinte (fr)