poutargue

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
poutargue < (άμεσο δάνειο) αραβική بطارخ (buṭārikh, αλατισμένα αυγά ψαριού)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

poutargue (fr)