prêt

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό prêt prêts
θηλυκό prête prêtes

prêt (fr)

  1. έτοιμος
  2. διατεθειμένος

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
prêt prêts

prêt (fr) αρσενικό

Συνώνυμα[επεξεργασία]