punissablement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- punissablement < punissable
Επίρρημα
[επεξεργασία]punissablement (fr)
- με τρόπο που αποσκοπεί σε τιμωρία
punissablement (fr)