réflexion

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
réflexion réflexions

réflexion (fr) θηλυκό

  1. η σκέψη, η περισυλλογή
  2. ο αντικατοπτρισμός