raft
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
raft (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
raft (en)
- μεταφέρω κάτι με σχεδία
- μετακινούμαι, διασχίζω ή κατέρχομαι (ποτάμι κ.λπ.) με σχεδία
- κατασκευάζω σχεδία από κορμούς δέντρων ή ξύλα