sütanne

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sütanne < süt («γάλα») + anne («μητέρα»)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /sytɑnˈnɛ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

sütanne (tr)