specialist
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
specialist (en)
- ειδικός, σπεσιαλίστας, εμπειρογνώμων
- ειδικευμένος γιατρός, ειδικός γιατρός
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
specialist (ro) αρσενικό