stéganographie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
stéganographie stéganographies

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

stéganographie (fr) θηλυκό