téléologie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
téléologie téléologies

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

téléologie (fr) θηλυκό