tenebrae
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- tenebrae < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tenebrae θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- σκοτάδι, ιδίως το σκοτάδι της νύχτας (πιο πυκνό απ' ό,τι στη λέξη obscuritas, λιγότερο απ' ό,τι στη λέξη caligo)
- (ποιητικά) η σκιά του θανάτου
- φυλακή, μπουντρούμι
- (κατ' επέκταση) το σκότος του μυαλού
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | tenebrae | |
γενική | tenebrārum | |
δοτική | tenebrīs | |
αιτιατική | tenebrās | |
κλητική | tenebrae | |
αφαιρετική | tenebrīs | |
Πηγές[επεξεργασία]
- tenebrae - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.