thermophile
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- thermophile < thermo- + -phile < αρχαία ελληνική θερμός + φίλος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈθəːmə(ʊ)fʌɪl/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
thermophile (en)