touch wood
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
touch wood (en)
- (ιδιωματισμός, βρετανικά αγγλικά) χτυπάω ξύλο, για να ξορκίσω τη γρουσουζιά
touch wood (en)