vëlla
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αλβανικά (sq)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vëlla (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: vëllai) (πληθυντικός vëllezër)
vëlla (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: vëllai) (πληθυντικός vëllezër)