vouch for
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | vouch for |
γ΄ ενικό ενεστώτα | vouches for |
αόριστος | vouched for |
παθητική μετοχή | vouched for |
ενεργητική μετοχή | vouching for |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
vouch for (en)
- βεβαιώνω για κάποιον, λέω ότι πιστεύω ότι κάποιος θα φερθεί καλά και ότι θα είμαι υπεύθυνος για τις πράξεις του
- ↪ I will vouch for his character.
- Θα βεβαιώσω για τον χαρακτήρα του.
- ↪ I will vouch for his character.
- βεβαιώνω, λέω ότι πιστεύω ότι κάτι είναι αληθινό ή καλό γιατί έχω αποδείξεις γι' αυτό