welcomed
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
welcomed (en)
Επίθετο[επεξεργασία]
welcomed (en)
- o καλωσορισμένος, που δέχτηκε καλωσόρισμα, που τον δέχτηκαν ευχάριστα, ίσως και με λαχτάρα, με χαρά, αδημονία