ΑΣΕΔΟ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ΑΣΕΔΟ < Ανώτατη Συντονιστική Επιτροπή Δημοσιοϋπαλληλικών Οργανώσεων

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

Α.Σ.Ε.Δ.Ο. θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο

  • Ανώτατη Συντονιστική Επιτροπή Δημοσιοϋπαλληλικών Οργανώσεων