ΝΑΤ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Συντομομορφή
[επεξεργασία]Ν.Α.Τ. ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο
- (ναυτικός όρος) το ασφαλιστικό ταμείο των ναυτικών
Δείτε επίσης : NAT |
Ν.Α.Τ. ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο