Νάσος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Νάσος < Θανάσης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Νάσος αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Νάσος
|