ΠΟ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ΠΟ < Ποδοσφαιρικός Όμιλος
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ΠΟ ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο
- Ποδοσφαιρικός Όμιλος
Δείτε επίσης : πο |
ΠΟ ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο