ΤΜΤΣ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Συντομομορφή
[επεξεργασία]Τ.Μ.Τ.Σ. θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο
- τράπεζα του ελληνικού ασφαλιστικού φορέα των βαθμοφόρων του στρατού