αποσφαλματώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποσφαλματώνω < απο- + σφάλμα + -ώνω ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική debug)

αποσφαλματώνω

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]