βάνει
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈva.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βά‐νει
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]βάνει
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βάνει
|