γέννημα θρέμμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γέννημα θρέμμα: (που είναι) γέννημα, θρέμμα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈʝenima ˈθɾema/

Έκφραση

[επεξεργασία]

γέννημα θρέμμα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]