γίδια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γίδια < πληθυντικός του γίδι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γίδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]