δεν τρέχει μία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]δεν τρέχει μία
- (αργκό) δεν πειράζει
- κι αν ανταλλάξανε δυο κουβέντες, δεν πειράζει
- (αργκό) δε συμβαίνει τίποτα
- εδώ στην εξοχή, όπως πάντα, δεν πειράζει
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δεν τρέχει μία
|