τέφρα σόδας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τέφρα σόδας < → δείτε τις λέξεις τέφρα και σόδα, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική soda ash
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]τέφρα σόδας
- (χημεία) συνώνυμο του ανθρακικό νάτριο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τέφρα σόδας