φέρετρον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: φέρετρο

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φέρετρον < φέρω
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: λατινικά: feretrum

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φέρετρον, -ου ουδέτερο και φέρτρον

Συγγενικά

[επεξεργασία]