χάλιας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χάλιας < χάλι + -άς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χάλιας αρσενικό