χάντικαπ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χάντικαπ < (άμεσο δάνειο) αγγλική handicap

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈxan.di.kap/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χάντικαπ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]