ύποπτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ύποπτα < ύποπτος

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ύποπτα (τροπικό)

  • με ύποπτο τρόπο
κινείται ύποπτα τώρα τελευταία και δεν μπορώ να καταλάβω τι έχει σκοπό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]