ἀβέβαιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀβέβαιον < ἀβέβαιος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἀβέβαιον ουσιαστιοποιημένο επίθετο

Συγγενικά

[επεξεργασία]