ἀβέβαιον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀβέβαιον < ἀβέβαιος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἀβέβαιον ουσιαστιοποιημένο επίθετο
Συγγενικά
[επεξεργασία]- ἀβεβαίως επίρρημα