ἀγγελοσουσσουμίαστος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀγγελοσουσσουμίαστος < ἀγγελο- + (σουσσουμιάζω) σουσσουμιασ- + -τος
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇒ νέα ελληνικά: αγγελοσουσσουμάτος
Επίθετο
[επεξεργασία]ἀγγελοσουσσουμίαστος
- που μοιάζει με άγγελο, που έχει τα χαρακτηριστικά του
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ἀγγελοσουσσουμίαστος - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].