ἀρκουδία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀρκουδία < ἀρκούδ(α) + -ία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἀρκουδία θηλυκό, άλλη μορφή του ἀρκούδα, (σε χρήση και σήμερα στην ποντιακή διάλεκτο και στην Κρήτη)