éblouissement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

éblouissement < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.blu.is.mɑ̃/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
éblouissement éblouissements

éblouissement (fr) αρσενικό