égérie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

égérie < λατινική Egeria

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.ʒe.ʁi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
égérie égéries

égérie (fr) αρσενικό