ΑΓΡΕΞ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΑΓΡΕΞ < ΑΓΡοτικές ΕΞαγωγές

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΑΓΡ.ΕΞ. θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο ακρωνύμιο

  • νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με αποστολή το συντονισμό και την ενίσχυση των αγροτικών εξαγωγών