Λυσίστρατος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Λυσίστρατος < λυσί- (λύω) + στρατός

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Λυσίστρατος αρσενικό