Μυτιληναίος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Μυτιληναῖος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μυτιληναίος οι Μυτιληναίοι
      γενική του Μυτιληναίου των Μυτιληναίων
    αιτιατική τον Μυτιληναίο τους Μυτιληναίους
     κλητική Μυτιληναίε Μυτιληναίοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαιολόγος - κλίση: δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /mi.ti.liˈne.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μυ‐τι‐λη‐ναί‐ος

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
Μυτιληναίος < αρχαία ελληνική Μυτιληναῖος. Συγχρονικά αναλύεται σε Μυτιλήν(η) + -αίος.

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μυτιληναίος αρσενικό (θηλυκό Μυτιληναία)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
Μυτιληναίος < πατριδωνυμικό Μυτιληναίος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μυτιληναίος αρσενικό (θηλυκό Μυτιληναίου)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]