Φαλκονάκης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Φαλκονάκης < από παρωνύμιο, φάλκον(ας) + -άκης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Φαλκονάκης αρσενικό (θηλυκό Φαλκονάκη)
Φαλκονάκης αρσενικό (θηλυκό Φαλκονάκη)