αγορά εργασίας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αγορά εργασίας < → δείτε τις λέξεις αγορά και εργασία

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

αγορά εργασίας θηλυκό

  1. (οικονομία) προσδιορισμός της αλληλεπίδρασης της προσφοράς και ζήτησης εργασίας
  2. το σύνολο των οργάνων και διαδικασιών επί της παραπάνω αλληλεπίδρασης.

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]